- ορθρόνοτος
- ὀρθρόνοτος και, κατά δ. γρφ., ὀρθόνοτος, ὁ (Α) ονομασία τού νοτιοανατολικού ανέμου.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρθρος + -νότος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὀρθρόνοτος — the S.E. wind masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νότος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος της Ηώς και του Αστραίου και η προσωποποίηση του νότιου ανέμου, που είναι θερμός και γεμάτος υγρασία. Σε αντίθεση με τους αδελφούς του Βορέα και Ζέφυρο, δεν αναφέρεται σε κανέναν μύθο της εποχής. II Παράλιος… … Dictionary of Greek
ορθόνοτος — ὀρθόνοτος, ον (Α) βλ. ορθρόνοτος … Dictionary of Greek